Popular Post

Archive for 2015

Η περιοχή του εγκεφάλου που κάνει τον άνθρωπο μοναδικό

By : Unknown
Νευροεπιστήμονες ανακάλυψαν ότι η κατώτερη μετωπιαία έλικαχαρίζει στο ανθρώπινο μυαλό τις μοναδικές ικανότητές του, συμπεριλαμβανομένης της γλώσσας
Νευροεπιστήμονες εντόπισαν μια περιοχή του εγκεφάλου η οποία πιθανότατα χαρίζει στο ανθρώπινο μυαλό τις μοναδικές ικανότητές του, συμπεριλαμβανομένης εκείνης της γλώσσας. Η συγκεκριμένη περιοχή αποδείχθηκε ότι «ανάβει» μόνο σε εγκεφάλους ανθρώπων και όχι πιθήκων, όταν τους παρουσιάστηκαν διαφορετικοί τύποι πληροφοριών που αφορούσαν αφηρημένες έννοιες.

Το κέντρο της αφηρημένης σκέψης
Η θεωρία ότι η ενσωμάτωση αφηρημένων εννοιών αποτελεί την κινητήρια δύναμη των μοναδικών ικανοτήτων του ανθρώπινου εγκεφάλου υπάρχει εδώ και δεκαετίες. Ωστόσο τώρα μελέτη που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Current Biology», η οποία συνέκρινε άμεσα τη δραστηριότητα του εγκεφάλου ανθρώπων και μακάκων πιθήκων καθώς δέχονταν απλά ακουστικά ερεθίσματα, προσφέρει για πρώτη φορά στοιχεία σχετικά με το ότι υπάρχει μια συγκεκριμένη περιοχή στον ανθρώπινο μόνο εγκέφαλο που επιτρέπει την ενσωμάτωση των αφηρημένων εννοιών. Αλλες μελέτες που συνέκριναν πιθήκους και ανθρώπους είχαν αποκαλύψει στο παρελθόν διαφορές στην ανατομία του εγκεφάλου, αλλά ποτέ ως σήμερα δεν είχαν αποκαλυφθεί διαφορές που να εξηγούν από πού προέρχεται η ικανότητα του ανθρώπου για αφηρημένη σκέψη. «Η νέα μελέτη μάς δίνει ισχυρά στοιχεία σχετικά με το τι είναι τόσο ιδιαίτερο αποκλειστικά στον ανθρώπινο εγκέφαλο» αναφέρει ο ψυχολόγος Γκάρι Μάρκους από το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. «Τίποτε δεν είναι πιο σημαντικό από την κατανόηση του πώς γίναμε αυτό που είμαστε» προσθέτει ο ειδικός.

Το πείραμα των τόνων
Ερευνητική ομάδα με επικεφαλής τον Στάνισλας Ντεάν από το Τμήμα Γνωσιακής Νευροαπεικόνισης του INSERM στο Ζιφ-σιρ-Ιβέτ κοντά στο Παρίσι παρακολούθησε τα μοτίβα δραστηριότητας στον εγκέφαλο μη εκπαιδευμένων μακάκων καθώς και ενηλίκων ανθρώπων ενόσω άκουγαν μια απλή αλληλουχία τόνων - για παράδειγμα τρεις ταυτόσημους τόνους που ακολουθούνταν από έναν διαφορετικό (όπως στη διάσημη εισαγωγή της Πέμπτης Συμφωνίας του Μπετόβεν: ντα-ντα-ντα-ΝΤΑ).
Οι ερευνητές έπαιξαν διαφορετικές αλληλουχίες με αυτή τη δομή - που είναι γνωστή ως ΑΑΑΒ - αλλά και άλλες δομές ενόσω άνθρωποι και πίθηκοι υποβάλλονταν σε λειτουργική μαγνητική τομογραφία (fMRI). Η τεχνική fMRI εντοπίζει αλλαγές στη ροή του αίματος προς τον εγκέφαλο οι οποίες σχετίζονται με τη δραστηριότητά του σε διαφορετικές περιοχές. Οι επιστήμονες διεξήγαγαν όλο αυτό το πείραμα με στόχο να μάθουν αν οι... εθελοντές των δύο ειδών ήταν σε θέση να αναγνωρίσουν δύο διαφορετικά χαρακτηριστικά των αλληλουχιών: τον συνολικό αριθμό τόνων που δείχνει την ικανότητα του κάθε είδους να μετρά, καθώς και τον τρόπο με τον οποίον οι τόνοι επαναλαμβάνονται, γεγονός που δείχνει ικανότητα αναγνώρισης του αλγεβρικού μοντέλου.Στην πρώτη περίπτωση, ο αριθμός των τόνων μπορεί να άλλαζε από ΑΑΑΒ σε ΑΑΑΑΒ ενώ το βασικό μοτίβο παρέμενε το ίδιο. Στη δεύτερη περίπτωση μπορεί να ίσχυε το αντίστροφο: οι τόνοι μπορεί να άλλαζαν από ΑΑΑΒ σε ΑΑΑΑ, ωστόσο ο αριθμός τους παρέμενε ο ίδιος. Η ερευνητική ομάδα διερεύνησε και το τι συνέβαινε αν άλλαζαν ταυτοχρόνως και τα δύο χαρακτηριστικά των τόνων - για παράδειγμα από ΑΑΑΒ σε ΑΑΑΑΑΑ.

Ο ρόλος της κατώτερης μετωπιαίας έλικας
Οπως προέκυψε, τόσο στους πιθήκους όσο και στους ανθρώπους, μια περιοχή του εγκεφάλου - τμήμα της οποίας έχει συνδεθεί με τους αριθμούς - ενεργοποιούνταν κατά τη λειτουργική μαγνητική τομογραφία, όταν τα δύο είδη εντόπιζαν αλλαγή στον αριθμό των τόνων. Παράλληλα, τόσο οι άνθρωποι όσο και οι μακάκοι κατέγραφαν το μοτίβο της επανάληψης των τόνων σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου, τις οποίες είναι γνωστό ότι διαθέτουν και τα δύο είδη.
 Ωστόσο, μόνο ο ανθρώπινος εγκέφαλος εμφάνιζε απόκριση στις συνδυαστικές αλλαγές στον αριθμό και στην αλληλουχία των τόνων, η οποία ελάμβανε τη μορφή έντονης δραστηριότητας σε μια επιπλέον περιοχή του εγκεφάλου που ονομάζεται κατώτερη μετωπιαία έλικα. «Είναι σαν οι μακάκοι να αναγνωρίζουν ένα μοτίβο αλλά να μη συνειδητοποιούν ότι είναι ενδιαφέρον και έτσι να μην ασχολούνται περαιτέρω - μόνο οι άνθρωποι μπορούν να το πάνε στο επόμενο επίπεδο ανάλυσης» λέει ο δρ Μάρκους.

Η κατώτερη μετωπιαία έλικα αποτελεί μέρος του μετωπιαίου φλοιού ο οποίος είναι φανερά πιο μεγάλος στους ανθρώπους σε σύγκριση με τους πιθήκους. Επιπλέον, περιέχει την περιοχή του Broca η οποία είναι υπεύθυνη για την επεξεργασία της γλώσσας. Οταν η ομάδα του Ντεάν διάβαζε προτάσεις στους ανθρώπους που συμμετείχαν στη μελέτη, οι περιοχές που δραστηριοποιούνταν επικαλύπτονταν από εκείνες που ενεργοποιούνταν από τις αλληλουχίες των τόνων.

Πηγή: tovima.gr

Κάθε γλώσσα έχει τη δική της ιστορία!!

By : Unknown
Το χάος είναι... η τάξη τους. Αποτελούν σύνθετο σύστημα βασισμένο στη διαφορετικότητα το οποίο έχει επηρεαστεί από πολλούς παράγοντες - πολιτισμό,ιστορία, γενετική. Αυτό προτείνουν δύο ερευνητές αμφισβητώντας την ύπαρξη καθολικών κοινών κανόνων των γλωσσών και επισημαίνουν ότι διάφορες τάσεις διαμορφώνουν τη δομή του εγκεφάλου, τη βιολογία της ομιλίας και τον βαθμό αποδοτικότητας της επικοινωνίας Oι γλώσσες είναι υπέροχα ιδιόρρυθμες. Τα αγγλικά βάζουν το υποκείμενο μπροστά από το ρήμα. Τα φινλανδικά έχουν πολλές πτώσεις. Τα κινεζικά των μανδαρίνων είναι τονικά.

Παρά τις διαφορές τους όμως, μία από τις σημαντικότερες ιδέες στη μελέτη της γλώσσας είναι αυτή της καθολικής γραμματικής. Προτάθηκε από τον Νόαμ Τσόμσκι στη δεκαετία του 1960 και η γενική ερμηνεία της είναι ότι όλες οι γλώσσες είναι βασικά οι ίδιες και ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος γεννιέται «έτοιμος» για τη γλώσσα, με ένα ενσωματωμένο πρόγραμμα που μπορεί να αποκρυπτογραφεί τους κοινούς κανόνες στους οποίους βασίζεται οποιαδήποτε μητρική γλώσσα. Επί πέντε δεκαετίες η ιδέα αυτή κυριάρχησε στη γλωσσολογία, την ψυχολογία και τις γνωσιακές επιστήμες. Για να κατανοήσουμε τη γλώσσα, υποστήριζε, πρέπει να αφήσουμε κατά μέρος τη χαοτική πολυμορφία των γλωσσών και να βρούμε τον κοινό ανθρώπινο πυρήνα τους.

Μήπως όμως τελικά αυτή ακριβώς η πολυμορφία αποτελεί το κλειδί για να κατανοήσουμε την ανθρώπινη επικοινωνία; Αυτή την καινούργια ιδέα προωθούν δυο γλωσσολόγοι, οΝίκολας Εβανς του Αυστραλιανού Εθνικού Πανεπιστημίου της Κανμπέρα, και ο Στίβεν Λέβινσον του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ Ψυχογλωσσολογίας στο Ναϊμέγκεν της Ολλανδίας.

Κλειδί η ποικιλία 
Πιστεύουν ότι οι γλώσσες δεν μοιράζονται κοινούς κανόνες. Αντιθέτως, υποστηρίζουν, αυτή καθαυτή η ποικιλία τους αποτελεί ένα καθοριστικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης επικοινωνίας- κάτι το οποίο δεν παρατηρείται σε άλλα ζώα. Και όχι μόνον αυτό. Η ποικιλία των γλωσσών αποτελεί το «βασικό γεγονός για την κατανόηση της θέσης της γλώσσας στην ανθρώπινη γνωσιακή λειτουργία» λένε οι δύο ερευνητές.

Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει πολύς λόγος για την ιδέα ότι οι άνθρωποι διαθέτουν ένα «γλωσσικό ένστικτο»: τα μωρά μαθαίνουν εύκολα να μιλούν γιατί όλες οι γλώσσες ακολουθούν ένα σύνολο κανόνων που είναι ενσωματωμένοι στον εγκέφαλό τους. Παρ΄ ότι δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ανθρώπινη σκέψη επηρεάζει τη μορφή που παίρνει η γλώσσα, αν ο κ. Εβανς και ο κ. Λέβινσον έχουν δίκιο, η γλώσσα με τη σειρά της διαμορφώνει τον εγκέφαλό μας. Αυτό υποδηλώνει ότι οι άνθρωποι παρουσιάζουν μεγαλύτερη πολυμορφία από ό,τι νομίζαμε και ότι οι εγκέφαλοί μας έχουν διαφορές ανάλογα με το γλωσσικό περιβάλλον στο οποίο μεγαλώσαμε. Οδηγεί επίσης σε ένα ανησυχητικό συμπέρασμα: κάθε φορά που μια γλώσσα εξαφανίζεται, η ανθρωπότητα χάνει ένα σημαντικό κομμάτι από την πολυμορφία της.

Καθόλου καθολικοί οι «καθολικοί» κανόνες 
Από τότε που προτάθηκε η θεωρία της καθολικής γραμματικής οι γλωσσολόγοι έχουν ανακηρύξει πολλούς γλωσσικούς κανόνες. Αν και υποτίθεται ότι είναι καθολικοί, σχεδόν πάντοτε έχουν εξαιρέσεις. Κάποτε, για παράδειγμα, θεωρείτο ότι καμία γλώσσα δεν έχει συλλαβές που αρχίζουν από φωνήεν και καταλήγουν σε σύμφωνο αν δεν έχει επίσης συλλαβές που αρχίζουν από σύμφωνο και καταλήγουν σε φωνήεν. Αυτός ο καθολικός κανόνας διήρκεσε ως το 1999, όταν οι γλωσσολόγοι έδειξαν ότι η Αρέμτε, την οποία μιλούν κάποιοι ιθαγενείς της Αυστραλίας, έχουν συλλαβές που αρχίζουν από φωνήεν και καταλήγουν σε σύμφωνο αλλά όχι συλλαβές που αρχίζουν από σύμφωνο και καταλήγουν σε φωνήεν.

Αλλες μη καθολικές «καθολικές» αρχές περιγράφουν τους βασικούς κανόνες της κατηγοριοποίησης των λέξεων. Ας πάρουμε τον κανόνα ότι κάθε γλώσσα περιλαμβάνει τέσσερις κατηγορίες λέξεων: ουσιαστικά, ρήματα, επίθετα και επιρρήματα. Ερευνες έχουν δείξει τις δύο τελευταίες δεκαετίες ότι αρκετές γλώσσες δεν έχουν μια «ανοιχτή» κατηγορία επιρρημάτων, κάτι το οποίο σημαίνει ότι ο αριθμός των διαθέσιμων επιρρημάτων είναι περιορισμένος. Δεν μπορεί δηλαδή κανείς να μετατρέψει σχεδόν οποιαδήποτε λέξη σε επίρρημα όπως στα αγγλικά ή τα ελληνικά (π.χ. απαλός- απαλά). Κάποιες, όπως η Λάο που ομιλείται στο Λάος, δεν έχουν καθόλου επίθετα. Ορισμένοι γλωσσολόγοι υποστηρίζουν επίσης ότι πολύ λίγες γλώσσες, όπως η Σαλίς των Βόρειων Πορθμών, που ομιλείται από ιθαγενείς των βορειοδυτικών περιοχών της Βορείου Αμερικής, δεν έχουν διακριτά ονόματα και ρήματα: αντ΄ αυτού έχουν μια ενιαία κατηγορία λέξεων που καλύπτει γεγονότα, οντότητες και ιδιότητες.

Στον Αμαζόνιο χάθηκαν οι κανόνες... 
Ακόμη και φαινομενικά αδιάσειστοι καθολικοί κανόνες έχουν αποδειχθεί ανεπαρκείς. Σε αυτούς περιλαμβάνεται η επαναδρομή, η ικανότητα της επ΄ άπειρον ενσωμάτωσης ενός θέματος σε ένα παρόμοιο θέμα, όπως το «ο Τζακ νομίζει ότι η Μαίρη νομίζει ότι... το λεωφορείο θα έρθει στην ώρα του». Θεωρείται ευρέως ότι αυτή αποτελεί ένα χαρακτηριστικό το οποίο διαχωρίζει την ανθρώπινη γλώσσα από τους τρόπους επικοινωνίας των άλλων ζώων. Παρ΄ όλα αυτά ο Νταν Εβερετ του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Ιλινόι δημοσίευσε πρόσφατα μια μελέτη που προκάλεσε πολλές αντιδράσεις αποδεικνύοντας ότι η Πιράχα του Αμαζονίου δεν διαθέτει το χαρακτηριστικό της επαναδρομής.

Βασίλειο της διαφοράς, με κοινές τάσεις Οσο περισσότερα μαθαίνουμε γύρω από τις γλώσσες τόσο πιο εμφανείς γίνονται οι διαφορές τους. Αν και οι περισσότεροι γλωσσολόγοι ως τώρα είχαν μάθει με κάποιον τρόπο να ζουν με αυτές τις ανωμαλίες, ο κ. Εβανς και ο κ. Λέβινσον πιστεύουν ότι δεν μπορούμε να τις αγνοήσουμε. «Η ιδέα των ξεκάθαρων και εμπειρικά άψογων καθολικών κανόνων,ύστερα από δεκαετίες ερευνών,είναι αξιοθρήνητη»λέει ο κ. Εβανς. Ο ίδιος και ο κ. Λέβινσον υποστηρίζουν ότι η ιδέα της καθολικής γραμματικής έστρεψε τους ερευνητές σε ένα αδιέξοδο. Θα πρέπει να ενστερνιστούμε τη γλωσσική πολυμορφία, λένε, και να προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε τις μορφές που παίρνουν τελικά οι γλώσσες. Με αυτόν τον στόχο δημοσίευσαν πέρυσι μια μελέτη που περιγράφει τη θεωρία τους στο έντυπο «Βehavioral and Βrain Sciences». Ο κ. Εβερετ τη χαρακτήρισε «σταθμό στην ιστορία της γλωσσολογικής θεωρίας».

Πώς γίνεται και συμπίπτουν οι κανόνες 
Αν οι γλώσσες δεν υπακούουν σε ένα ενιαίο σύνολο κοινών κανόνων τότε πώς δημιουργούνται; «Αντί για καθολικούς κανόνες έχουμε τυποποιημένες μηχανικές λύσεις που οι γλώσσες υιοθετούν ξανά και ξανά και ύστερα έχουμε έκτοπα» εξηγεί ο κ. Εβανς. Μαζί με τον κ. Λέβινσον υποστηρίζουν ότι αυτό συμβαίνει επειδή οποιαδήποτε δεδομένη γλώσσα είναι ένα σύνθετο σύστημα που διαμορφώνεται από πολλούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων του πολιτισμού, της γενετικής και της ιστορίας. Δεν υπάρχουν απολύτως καθολικά χαρακτηριστικά της γλώσσας, λένε, μόνο τάσεις. Ενα μείγμα ισχυρών και ασθενών τάσεων χαρακτηρίζει τελικά το «βιοπολιτισμικό» υβρίδιο που αποκαλούμε γλώσσα.

Σύμφωνα με τους δυο γλωσσολόγους οι ισχυρές τάσεις εξηγούν γιατί πολλές γλώσσες συγκλίνουν σε κοινά πρότυπα. Διάφοροι παράγοντες τείνουν να ωθούν τη γλώσσα προς μια παρόμοια κατεύθυνση: η δομή του εγκεφάλου, η βιολογία της ομιλίας και ο βαθμός αποδοτικότητας της επικοινωνίας, π.χ. Τα ευρέως κοινά γλωσσικά στοιχεία μπορεί επίσης να βασίζονται σε ένα ιδιαίτερα ανθρώπινο είδος κοινωνικής συλλογιστικής. Για παράδειγμα το γεγονός ότι προτού μάθουμε να μιλάμε βλέπουμε τον κόσμο σαν ένα μέρος γεμάτο από πράγματα που προκαλούν ενέργειες (πράττοντες) και πράγματα τα οποία υφίστανται ενέργειες (πάσχοντες) εξηγεί γιατί οι περισσότερες γλώσσες αναπτύσσουν αυτές τις δυο «φωνές», την ενεργητική και την παθητική.

Πώς μια λοίμωξη αλλάζει τη γλώσσα 
Οι ασθενείς τάσεις, σε αντίθεση, εξηγούνται από τις ιδιαιτερότητες των διαφόρων γλωσσών. Ο κ. Εβανς και ο κ. Λέβινσον υποστηρίζουν ότι πολλές πλευρές της ιδιαίτερης φυσικής ιστορίας ενός πληθυσμού μπορούν να επηρεάσουν τη γλώσσα. Για παράδειγμα ο Αντι Μπούτσερ του Πανεπιστημίου Φλίντερς της Αδελαΐδας της Αυστραλίας έχει παρατηρήσει ότι τα παιδιά των αυστραλών ιθαγενών παρουσιάζουν με διαφορά το υψηλότερο ποσοστό χρόνιας λοίμωξης του μέσου ωτός από κάθε άλλο πληθυσμό στον πλανήτη και ότι οι περισσότερες ιθαγενείς αυστραλιανές γλώσσες δεν διαθέτουν πολλούς ήχους οι οποίοι είναι κοινοί στις άλλες γλώσσες αλλά είναι δύσκολο να τους ακούσει κανείς όταν έχει λοίμωξη του μέσου ωτός. Το αν η πάθηση αυτή διαμόρφωσε τα συστήματα ήχων αυτών των γλωσσών είναι άγνωστο, λέει ο κ. Εβανς, είναι όμως σημαντικό να εξετάσουμε την ιδέα.

Ο κ. Λέβινσον και ο κ. Εβανς δεν είναι οι πρώτοι που αμφισβητούν την παντοδυναμία της καθολικής γραμματικής (ΚΓ), κανείς όμως ως τώρα δεν είχε διατυπώσει τις αντιρρήσεις του με τόσο πειστικό τρόπο και σε τόσο ευρύ πεδίο. Ως αποτέλεσμα τα επιχειρήματά τους έχουν προκαλέσει ενθουσιασμό, ιδιαίτερα μεταξύ των γλωσσολόγων που έχουν κουραστεί να προσπαθούν να στριμώξουν τα ευρήματά τους στον στενό κορσέ των «απόλυτων καθολικών κανόνων». «Η καθολική γραμματική είναι νεκρή» λέει για παράδειγμα ο Μάικλ Τομασίνο , συνδιευθυντής του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ Εξελικτικής Ανθρωπολογίας στη Λειψία της Γερμανίας, γνωστός πολέμιος της ιδέας ότι όλες οι γλώσσες υπακούουν σε ένα κοινό σύνολο κανόνων.

Είναι «νεκρή» η καθολική γραμματική; 
Ο Στίβεν Πίνκερ του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, συγγραφέας του «Το ένστικτο της γλώσσας», συμφωνεί με πολλά επιχειρήματα των δυο ερευνητών, όπως το ότι τα πρότυπα ανάδειξης καθολικών κανόνων δεν ήταν αρκετά αυστηρά, το ότι η γλώσσα προκύπτει από τη συνδυασμένη εξέλιξη των γονιδίων και του πολιτισμού και το ότι είναι πολύ σημαντικό να καταγράψουμε την ποικιλία των γλωσσών. Παρ΄ όλα αυτά υποστηρίζει ότι όλοι οι άνθρωποι μοιράζονται ένα έμφυτο κοινό σύνολο μηχανισμών για τη μάθηση της γλώσσας. Δέχεται ότι ο βαθμός στον οποίο οι διάφορες γλώσσες χρησιμοποιούν αυτούς τους μηχανισμούς μπορεί να διαμορφώνεται από την ιστορία του πολιτισμού τους, αλλά εξακολουθεί να πιστεύει ότι υπάρχουν πολλοί καθολικοί κανόνες οι οποίοι βρίσκονται στη βάση όλων των γλωσσών.

Αλλοι αντιτάσσουν ότι μόνο και μόνο επειδή ακόμη δεν έχουμε βρει τι ακριβώς συνιστά έναν καθολικό κανόνα στη γλώσσα αυτό δεν σημαίνει ότι τέτοιοι κανόνες δεν υπάρχουν. ΟΤεκούμσε Φιτς του Πανεπιστημίου της Βιέννης επισημαίνει ότι εξ αρχής ο ορισμός του Τσόμσκι ήταν αρκετά εκλεπτυσμένος. «Εισάγοντας τον όρο “ΚΓ” ο Τσόμσκι κατέστησε σαφές ότι αυτά τα χαρακτηριστικά είναι εξαιρετικά αφηρημένα».

«Αν καθολικός κανόνας σημαίνει “μια προκατάληψη που μπορεί να παραβιαστεί” τότε δεν έχω αντίρρηση να χρησιμοποιήσω τον όρο με αυτή την ειδική έννοια» λέει ο κ. Εβανς. «Δεννομίζω όμως ότι αυτή ήταν η αρχική πρόθεση.Αν ωστόσο η ΚΓ καταλήξει να πάρει αυτή τη μορφή,τότε εντάξει, ας προχωρήσουμε σε πιο ενδιαφέροντα ζητήματα».

Η γλώσσα «χτίζει» τον εγκέφαλο 
Ενα από τα πιο σημαντικά είναι το τι έχει να πει η προσέγγιση των δυο ερευνητών για το είδος μας. Η ποικιλία της ανθρώπινης γλώσσας την κάνει να ξεχωρίζει από τα συστήματα επικοινωνίας όλων των άλλων ζώων, τα οποία τείνουν να είναι τα ίδια για κάθε ομάδα σε κάθε είδος, ανεξάρτητα από το μέρος του πλανήτη όπου αυτή ζει. Βεβαίως ορισμένα ζώα, όπως κάποια ωδικά πτηνά και ανώτερα πρωτεύοντα θηλαστικά, έχουν μια σειρά επίκτητων εκφράσεων που μπορεί να διαφέρουν από πληθυσμό σε πληθυσμό, καμία όμως δεν παρουσιάζει τέτοια ποικιλία όπως η ανθρώπινη γλώσσα. Ο κ. Εβανς και ο κ. Λέβινσον αποδίδουν τη γλωσσική πολυμορφία μας στην πλαστικότητα του ανθρώπινου εγκεφάλου και υποστηρίζουν ότι αυτό αλλάζει το πώς θα πρέπει να σκεφτόμαστε την ανθρώπινη σκέψη.

Η κλασική σύγχρονη μεταφορά για τη γνωσιακή ικανότητα είναι η «εργαλειοθήκη», στην οποία οι άνθρωποι μοιράζονται ορισμένα εργαλεία με άλλα ζώα αλλά διαθέτουν κατ΄ αποκλειστικότητα κάποια άλλα. Για τον κ. Εβανς και τον κ. Λέβινσον η γνωσιακή ικανότητα είναι περισσότερο σαν «ένα εργαλείο-μηχανή,ικανό να κατασκευάζει ειδικά εργαλεία για ειδικές δουλειές... όπως το να υπολογίζουμε,να παίζουμε πιάνο,να διαβάζουμε από δεξιά προς τα αριστερά ή να μιλάμε αραβικά». Με βάση αυτή την άποψη ο εγκέφαλος ενός παιδιού δεν έρχεται προγραμματισμένος εκ των προτέρων με αφηρημένους γλωσσικούς κανόνες. Αντιθέτως η αρχική ρύθμισή του είναι πολύ πιο απλή: η πρώτη δουλειά του εγκεφάλου είναι να κατασκευάσει έναν πιο πολύπλοκο εγκέφαλο. Αυτό το κάνει χρησιμοποιώντας οποιαδήποτε εισερχόμενη πληροφορία λαμβάνει, συμπεριλαμβανομένης της γλώσσας. Αυτό ίσως σημαίνει ότι οι άνθρωποι που μιλούν πολύ διαφορετικές γλώσσες έχουν αρκετά διαφορετικούς εγκεφάλους, λέει ο κ. Λέβινσον.

Είναι όλες οι γλώσσες το ίδιο εύκολες; 
Η αποδοχή της ποικιλίας δίνει επίσης στους γλωσσολόγους την ευκαιρία να επανεξετάσουν παλαιά δόγματα. Για παράδειγμα, θεωρείται ότι όλες οι γλώσσες είναι εξίσου εύκολες στην εκμάθησή τους, αυτό όμως δεν έχει εξεταστεί ποτέ. Ο κ. Εβανς πιστεύει ότι, δεδομένου του αριθμού των μεταβλητών παραγόντων που διαμορφώνουν τις γλώσσες, είναι πολύ πιθανό να υπάρχουν διαφορές στο πόσο γρήγορα τα παιδιά φθάνουν σε συγκεκριμένα γλωσσικά ορόσημα ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες της μητρικής γλώσσας τους. «Πρέπει να ξαναδούμε αυτή την ιδέα» λέει.

Ενα άλλο κλασικό δόγμα είναι ότι όλοι φθάνουμε να κατέχουμε τη θεμελιώδη δομή της μητρικής μας γλώσσας στα πρώτα παιδικά μας χρόνια. Πράγματι, μια από τις πιο εντυπωσιακές πλευρές της ιδέας ΚΓγλώσσα- ένστικτο ήταν ότι φαινόταν να εξηγεί πώς τα μωρά τα καταφέρνουν με τόση ευκολία. Παρ΄ όλα αυτά αποκαλύπτεται ότι σε ορισμένες γλώσσες κάποια στοιχεία μαθαίνονται πολύ αργότερα, όπως οι τριγωνικοί όροι συγγένειας της αυστραλιανής ιθαγενούς γλώσσας Μπινίντζ Γκουνγουόκ. Αυτοί καθιστούν τον ομιλούντα, τον ακροατή και ένα τρίτο πρόσωπο ταυτόχρονα συγγενείς. Για παράδειγμα «αλ ντόνγκου» σημαίνει «αυτή που είναι μητέρα μου και κόρη σου, αφού εσύ είσαι η γιαγιά μου από την πλευρά της μητέρας μου». Και αυτό δεν είναι παράδοξο, υπάρχουν εκατοντάδες τέτοιες δομές σε αυτή τη γλώσσα. Οσοι μιλούν τη Μπινίντζ Γκουν-γουόκ μόλις αρχίζουν να κατακτούν αυτό το μέρος της γλώσσας τους μετά τα είκοσι.

ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ ΣΕ ΜΙΑ ΛΑΛΙΑ 
Η εστίαση της προσοχής στη γλωσσική πολυμορφία υπογραμμίζει επίσης την τραγωδία της εξαφάνισης των γλωσσών.Στο παλιό μοντέλο όλες οι γλώσσες αποτελούν απλώς παραλλαγές του ίδιου βασικού θέματος.Στο νέο μοντέλο όμως κάθε μία από τις περίπου 7.000 γλώσσες περιέχει τις δικές της μοναδικές ενδείξεις για ορισμένα από τα μυστήρια της ανθρώπινης ύπαρξης.

«Παρατηρήσεις σχετικά με τα ζωικά είδη,τη διαφορετικότητα,τη συμπεριφορά και τις οικολογικές σχέσεις που αποτυπώνονται στο λεξιλόγιο ορισμένων γλωσσών αποστάζουν χιλιετίες στενής παρατήρησης από αυτούς που τις μιλούν»λέει ο κ.Εβανς.Για παράδειγμα,ορισμένες γλώσσες που ομιλούνται στη Βόρεια Επικράτεια της Αυστραλίας έχουν λέξεις για πέντε είδη μέλισσας τα οποία ακόμη δεν έχουν περιγραφεί από την επιστήμη.«Μια τυπική γλώσσα αυτής της περιοχής περιλαμβάνει ένα ολόκληρο ράφι βιβλιοθήκης με εθνολογικές πληροφορίες το οποίο κινδυνεύει να χαθεί χωρίς ποτέ να μάθουμε τι βιβλία περιείχε»τονίζει. Στην ποικιλία των γλωσσών του κόσμου βρίσκουμε δεδομένα σχετικά με την αρχαία ανθρώπινη ιστορία,την πορεία των γλωσσών μέσα στον χρόνο και τη βαθιά γνώση του πλανήτη μας.Υπό αυτό το φως οι γλώσσες και οι ομιλητές τους προσφέρουν έναν επιστημονικό θησαυρό για όποιον προσπαθεί να κατανοήσει την ανθρώπινη εξέλιξη,τη συμπεριφορά και τη γνώση.

© 2010 Νew Scientist Μagazine, Reed Βusiness Ιnformation Ltd.

Πηγή: tovima.gr

Οι δίγλωσσοι ομιλητές έχουν περισσότερη φαιά ουσία από τους μονόγλωσσους

By : Tobe Ornottobe



Νέα μελέτη που εκδόθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Cerebral Cortex δείχνει ότι οι άνθρωποι που μιλούν δυο γλώσσες διαθέτουν περισσότερη φαιά ουσία στο εκτελεστικό κέντρο του εγκεφάλου τους.


Κατά τις προηγούμενες δεκαετίες, έχουν αλλάξει πολλά όσον αφορά την κατανόηση του φαινομένου της διγλωσσίας (bilingualism). Στα πρώτα στάδια της έρευνας, η διγλωσσία θεωρούνταν μειονέκτημα, με το σκεπτικό ότι η παρουσία δυο λεξιλογίων (vocabularies) οδηγούσε σε καθυστερημένη γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών. Από τότε, βέβαια, έχει αρχίσει να αποδεικνύεται ότι οι δίγλωσσοι ομιλητές αποδίδουν καλύτερα, συγκριτικά με τους μόνόγλωσσους, σε διεργασίες που προϋποθέτουν εστίαση προσοχής, αναστολή ενέργειας και βραχυπρόθεσμη μνήμη, επονομαζόμενα συλλήβδην με τον όρο «εκτελεστικό κέντρο» (executive control).


Υπάρχει η πεποίθηση ότι το πλεονέκτημα αυτό των δίγλωσσων ομιλητών ισχύει πραγματικά, λόγω της μακροπρόθεσμης χρήσης και διαχείρισης δύο ομιλουμένων γλωσσών. Ωστόσο, υπάρχει και η αμφιβολία για το αν τα πλεονεκτήματα αυτά κατοχυρώνουν την υπόστασή τους, καθώς δεν παρατηρούνται σε άλλες μελέτες. Ακόμη κι αν η ύπαρξη του πλεονεκτήματος συνιστά πιθανό σενάριο, ο υποκείμενος μηχανισμός εξακολουθεί να αμφισβητείται.


«Οι ασυνέπειες που παρατηρούνται στις αναφορές για το διγλωσσικό πλεονέκτημα οφείλονται κυρίως στην ποικιλομορφία των εκάστοτε επιτελέσεων, στο πλαίσιο των προσπαθειών για την ανάδειξη του πλεονεκτήματος αυτού», εξηγεί ο Guinevere Eden, επικεφαλής συντάκτης, διδάκτωρ και διευθυντής του Κέντρου για την Έρευνα της Μάθησης του τμήματος Ιατρικής Πανεπιστημίου του Georgetown (GUMC). «Δεδομένης αυτής της ανησυχίας, ακολουθήσαμε μια διαφορετική προσέγγιση, και αυτή τη φορά συγκρίναμε την ποσότητα της φαιάς ουσίας των ενηλίκων δίγλωσσων ομιλητών σε αντιπαραβολή με αυτή των μονόγλωσσων ομιλητών. Το επιχείρημά μας ήταν ότι η εμπειρία μέσα από την επαφή με δύο γλώσσες, σε συνδυασμό με την αυξημένη ανάγκη για γνωστικό έλεγχο (cognitive control) της κατάλληλης χρήσης τους, θα προκαλούσε μια εγκεφαλική ανάπλαση στους δίγλωσσους ομιλητές Ισπανικών και Αγγλικών σε σχέση με τους μονόγλωσσους ομιλητές της αγγλικής. Και πράγματι παρατηρείται περισσότερη φαιά ουσία στις περιοχές του εμπρόσθιου και βρεγματικού μέρους του εγκεφάλου των δίγλωσσων ομιλητών, περιοχές που εμπλέκονται με το εκτελεστικό κέντρο (executive control)».


Η φαιά ουσία φαίνεται να κυμαίνεται ποσοτικά ανάλογα με τις εμπειρίες ενός ανθρώπου. Ένα γνωστό εύρημα του είδους αυτού αποτελεί μια αναφορά Λονδρέζων οδηγών ταξί, στους οποίους εντοπιζόταν περισσότερη φαιά ουσία στις περιοχές του εγκεφάλου εκείνες που σχετίζονται με την αντίληψη του χώρου.


Τι είναι αυτό όμως που έχουν οι δίγλωσσοι και τους περιβάλλει με αυτά τα πλεονεκτήματα; Προκειμένου να βρούμε μια ικανοποιητική απάντηση στο ερώτημα αυτό, πήγαμε ένα βήμα παραπέρα. «Ο σκοπός μας έγκειται στο να βρούμε αν ο συνεχής χειρισμός δύο ομιλουμένων γλωσσών οδηγεί σε περισσότερο γνωστικό εκτόπισμα καθώς και στη μεγαλύτερη ποσότητα φαιάς ουσίας που παρατηρήσαμε στους δίγλωσσους ομιλητές της ισπανικής και αγγλικής, ή αν άλλες πτυχές του να είσαι δίγλωσσος, όπως το εύρος του λεξιλογίου που συσχετίζεται με την κατοχή δύο γλωσσών, είναι υπεύθυνες για αυτό», αναφέρει ο Olumide Olulade, διδάκτωρ, επικεφαλής για τη σύνταξη της μελέτης, και μεταδιδακτορικός ερευνητής στο GUMC.


 Οι ερευνητές έθεσαν σε σύγκριση τη φαιά ουσία των δίγλωσσων που είχαν κατακτήσει την αμερικανική νοηματική γλώσσα (ASL) και την ομιλούμενη αγγλική (SE), με εκείνη των μονόγλωσσων χρηστών τής (ομιλούμενης) αγγλικής. Και οι δυο περιπτώσεις των ως άνω δίγλωσσων μοιράζονται από κοινού τα χαρακτηριστικά της διγλωσσίας, παραδείγματος χάριν, το μέγεθος του λεξιλογίου. Αλλά, εν αντιθέσει με τους δίγλωσσους ομιλητές δύο ομιλουμένων γλωσσών, οι ALS-English δίγλωσσοι μπορούν να χρησιμοποιούν χειρονομίες και να εκφωνούν ταυτόχρονα, δίνοντας στους ερευνητές την δυνατότητα να εξετάσουν αν η χρεία για την απομόνωση της άλλης γλώσσας μπορεί να εξηγήσει το πλεονέκτημα της διγλωσσίας.


«Αντίθετα με τα ευρήματα για τους δίγλωσσους ισπανικής-αγγλικής, δε βρέθηκε κανένα στοιχείο για περισσότερη φαιά ουσία στους δίγλωσσους ALS-αγγλικής», επισημαίνει ο Olulade. «Επομένως, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η χειρισμός δύο ομιλούμενων γλωσσών με την ίδια τροπικότητα (modality)*, παρά ένα απλώς πλουσιότερο ποσοτικά λεξιλόγιο, εμφαίνει τις διαφορές που παρατηρήσαμε στους δίγλωσσους ισπανικής-αγγλικής».


Η ερευνητική ομάδα διατείνεται ότι τα ευρήματά τους συμβάλλουν στην ολοένα αυξανόμενη κατανόηση για το πώς η μακροπρόθεσμη εμπειρία με μια συγκεκριμένη ικανότητα -- εν προκειμένω, η χειρισμός δύο γλωσσών -- μεταπλάθει τον εγκέφαλο.


Μεταξύ των ερευνητικών συντακτών, πέρα από τον Olulade και την Eden, συγκαταλέγονται και οι Nasheed I. Jamal, διδάκτωρ Ιατρικής, Charles Perfetti, διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο του Pittsburgh, και οι Daniel S. Koo και Carol J. LaSasso, διδάκτορες στο Πανεπιστήμιο του Gallaudet (Washington, DC).


Η μελέτη υποστηρίχτηκε από το Εθνικό Ινστιτούτο Παίδων και Ανθρώπινης Ανάπτυξης Eunice Kennedy Shriver (P50 HD40095), το Εθνικό Ινστιτούτο Κώφωσης και Άλλων Επικοινωνιακών Διαταραχών (F32 DC007774), και το Εθνικό Ίδρυμα Επιστημών (SBE 0541953 and SBE 0541953).









ΠΗΓΗ


*Δηλαδή ο τρόπος λειτουργίας που διέπει έναν συγκεκριμένο τρόπο γλωσσικής πραγμάτωσης, π.χ. προφορικός, γραπτός, με χειρονομίες.
(Σημείωση: Απέδωσα τον όρο "modality" από το πρωτότυπο.)

**«Ομιλούμενη γλώσσα» για την απόδοση του "spoken language", βλ. Γλωσσάρι Γλωσσολογικών Ορών. Πρόκειται ουσιαστικά για την «προφορική γλώσσα» (εναλλακτικός όρος).

***Η απόδοση του τεχνικού όρου "executive control" με δυσκόλεψε αρκετά. Αν έχετε να προτείνετε κάτι καλύτερο, παρακαλώ στείλτε το στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο genuistics@gmail.com.

****Νεοελληνική απόδοση σε ελεύθερη μετάφραση: Tobe Ornottobe


McGurk effect: Εσύ το ήξερες ότι ακούς και με τα μάτια;

By : Unknown
Το Mc Gurk effect είναι ένα βασικό στοιχείο που σχετίζεται με την κατανόηση του ανθρώπινου λόγου. Η ουσία του McGurk effect είναι ότι τα οπτικά κλειδιά παίζουν σημαντικό ρόλο στην κατανόηση μιας προφορικής λέξης από τον ακροατή. Οι άνθρωποι εξαρτώνται από το στόμα και το σχήμα του προσώπου καθώς επίσης και από την ακοή για να καταλάβουν το νόημα. Στην έλλειψη αυτής της πληροφορίας, η αποτυχία στην επικοινωνία είναι πιο πιθανή. Το McGurk effect καταγράφηκε για πρώτη φορά από τους ερευνητές Harry Mc Gurk και John MacDonald το 1976. Μερικές φορές το αποκαλούν «McGurk effect - MacDonald effect».
Το McGurk effect ήταν φανερό σε μερικούς ανθρώπους για πολύ καιρό πριν πάρει το όνομα του. Οι κωφοί και οι βαρήκοοι άνθρωποι επικοινωνούσαν για αιώνες με το διαβάζουν τα χείλη των άλλων. Ένας έμπειρος στο διάβασμα των χειλιών παίρνει το περισσότερο νόημα από την παρακολούθηση του στόματος και των κινήσεων του προσώπου του ομιλητή. Οι λογοθεραπευτές και οι ερευνητές μελετώντας αυτό το φαινόμενο σύντομα συνειδητοποίησαν ότι αυτό εφαρμοζόταν και από τα άτομα με κανονική ακοή επίσης. Δηλαδή, όλοι οι άνθρωποι ασυνείδητα εξασκούνταν σε μια μορφή διαβάσματος χειλιών στην καθημερινή τους επικοινωνία.
Το McGurk effect μπορεί να παρατηρηθεί εύκολα. Σε μία συνηθισμένη συζήτηση, ο ακροατής παρακολουθεί το πρόσωπο του ομιλητή. Εάν ο ακροατής κοιτάξει αλλού, χρειάζεται μεγαλύτερη συγκέντρωση για να κατανοήσει τα λόγια του ομιλητή, και μερικές προτάσεις ίσως χρειαστεί να επαναληφθούν. Όταν το πρόσωπο του ομιλητή είναι ορατό, ο ακροατής θα εξαρτάται από τις κινήσεις του προσώπου και του στόματος, καθώς επίσης και από το περιεχόμενο και την πρόθεση του ομιλητή, για να κατανοήσει πλήρως το λόγο του πομπού.
Οι ερευνητές μπορούν να δείξουν το McGurk effect ενδελεχώς με εξομοιωτές λόγου από κομπιούτερ. Αυτά τα προγράμματα προβάλλουν μία εικόνα ενός ανθρώπινου προσώπου η οποία είναι συντονισμένη από πριν με προγραμματισμένες προφορικές φράσεις. Μπορούν επίσης να προγραμματιστούν, αντίθετα με τους ανθρώπους, για να πάρουν ένα οπτικό σχήμα ενός διαφορετικού ήχου από ένα που ομιλείται. Όταν συμβαίνει αυτό, οι ακροατές είναι πιθανό να αντιληφθούν ένα τρίτο ήχο μαζί. Αυτό έχει παρατηρηθεί ακόμα και αν οι ακροατές γνωρίζουν τι κάνει ο εξομοιωτής, προτείνοντας ότι το McGurk effect είναι ριζωμένο βαθιά στην ανθρώπινη συνείδηση.
Το McGurk effect έχει γίνει το αντικείμενο μελέτης από εξειδικευμένα στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές άτομα που δουλεύουν πάνω σε λογισμικά για την αναγνώριση της φωνής. Φαίνεται να είναι πιθανή η πλήρης κατανόηση των πολύ λεπτών αποχρώσεων του ανθρώπινου λόγου και τέτοια προγράμματα πρέπει να λάβουν το McGurk effect υπόψη. Τα προγράμματα στην πορεία θα χρησιμοποιούν μία μικρή κάμερα για να παρατηρεί τις κινήσεις του προσώπου του ατόμου καθώς το άτομο εκφέρει μία εντολή. Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής τότε θα ενσωματώνει αυτές τις πληροφορίες με τον ηχογραφημένο ήχο για μια πιο ακριβή κατανόηση της εντολής που εκφωνήθηκε.

Μετάφραση από την αγγλική από την Lingorini Phil UOC, μέλος της ομάδας του blog Genuistics.

Πηγή: wisegeek.com

Εσπεράντο: Η διεθνής γλώσσα και η δομή της

By : Unknown
Η Εσπεράντο είναι γλώσσα τεχνητή και γι' αυτό απαλλαγμένη από τους ιδιωματισμούς και τις όποιες ιδιαιτερότητες της ορθογραφίας και προφοράς των εθνικών γλωσσών.

Η απλή και λογική δομή της, οι συγκεκριμένοι, σαφείς και χωρίς εξαιρέσεις κανόνες της γραμματικής της, ο απλός και λογικός μηχανισμός της σύνθεσης των λέξεων την κάνουν εκπληκτικά εύκολη σε σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη γλώσσα.

Η Εσπεράντο χρησιμοποιεί το λατινικό αλφάβητο και ως λατινογενής γλώσσα αντλεί το μεγαλύτερο μέρος του λεξιλογίου της από το λατινικό ριζολόγιο, ενώ χρησιμοποιεί επιλεκτικά και στοιχεία άλλων γλωσσών, όπως και αρκετά της ελληνικής γλώσσας.

Πρόκειται για γλώσσα εύηχηαπλή και εύκολη, που όμως είναι πλήρης όσο κάθε άλλη γλώσσα.

Το αλφάβητο της περιλαμβάνει 28 γράμματα, το καθένα από τα οποία (με την εξαίρεση ενός) έχει μία και μόνη προφορά, που τη διατηρεί πάντα αμετάβλητη, ανεξάρτητα από τη θέση του στη λέξη.

Αφού λοιπόν σε κάθε φθόγγο αντιστοιχεί ένα, πάντα το ίδιο, γράμμα, δεν τίθεται καν θέμα προφοράς, κάθε λέξη διαβάζεται έτσι όπως γράφεται.

Αν ληφθεί υπ' όψιν ακόμα, ότι όλες οι λέξεις τονίζονται πάντα στην ίδια συλλαβή, την παραλήγουσα, αντιλαμβάνεται κανείς ότι στο πρώτο κιόλας μάθημα, αμέσως μόλις ο σπουδαστής της γλώσσας μάθει το αλφάβητο, ξέρει και να διαβάζει και να γράφει χωρίς καμία δυσκολία.

Όλη η γραμματική της γλώσσας περιλαμβάνεται σε 16 μόνο σαφείς, απλούς και χωρίς εξαιρέσεις κανόνες.

Γραμματικά γένη δεν υπάρχουν, υπάρχουν μόνο τα φυσικά γένη, δηλαδή κάθε λέξη που εκφράζει αρσενική ύπαρξη είναι γένους αρσενικού, κάθε λέξη που εκφράζει θηλυκή ύπαρξη είναι γένους θηλυκού και κάθε άλλη λέξη είναι γένους ουδέτερου.

Υπάρχει ένα μόνο άρθρο, ίδιο και για τα τρία γένη, για όλες τις πτώσεις και για τους δύο αριθμούς.

Όλα τα ουσιαστικά, όπως και όλα τα επίθετα, και όλα τα επιρρήματα, έχουν από μία μόνο κατάληξη, ενώ όλοι οι χρόνοι του ρήματος σχηματίζονται με τρεις μόνο διαφορετικές καταλήξεις.

Το λεξιλόγιο της Εσπεράντο είναι το ίδιο πλούσιο, όσο το λεξιλόγιο όλων των λατινογενών γλωσσών, έτσι κάθε τι που μπορεί κανείς να εκφράσει σε οποιαδήποτε εθνική γλώσσα, μπορεί να το εκφράσει και στην Εσπεράντο.

Πηγή: esperanto.gr

Τι είναι οι νεκρές γλώσσες;

By : Unknown
Νεκρές χαρακτηρίζονται οι γλώσσες που δεν έχουν πλέον φυσικούς ομιλητές, δηλαδή καμία γλωσσική κοινότητα αυτή τη στιγμή δεν την χρησιμοποιεί. Παρά το γεγονός ότι κάποτε και ενδεχομένως για ιδιαίτερα μεγάλο αριθμό αιώνων η γλώσσες ομιλούνταν, σταδιακά έπαψε η χρήση τους και έφτασαν στο σημείο νέκρωσης τους μόλις και ο τελευταίος φυσικός τους ομιλητής πέθανε. 

Τι είναι οι γλώσσες πίτζιν;

By : Unknown
Μια γλώσσα πίτζιν είναι μια απλοποιημένη γλώσσα που αναπτύχθηκε σαν μέσο επικοινωνίας μεταξύ δύο ή περισσότερων εθνοτικών ομάδων που δεν έχουν κοινή γλώσσα. Χρησιμοποιείται πιο συχνά στο εμπόριο,ή στην περίπτωση που και οι δύο ομάδες χρησιμοποιούν διαφορετικές γλώσσες από τη γλώσσα της χώρας που ζουν και δεν έχουν μεταξύ τους μια κοινή γλώσσα. Βασικά τα πίτζιν είναι ένας απλοποιημένος, αυτοσχέδιος τρόπος επικοινωνίας ανάμεσα σε διαφορετικές ομάδες. Τα πίτζιν δεν είναι μητρική γλώσσα καμίας γλωσσικής κοινότητας αλλά αντίθετα μαθαίνονται ως δεύτερη γλώσσα. Τα πίτζιν μπορούν να φτιαχτούν από λέξεις,ήχους ή γλώσσα του σώματος από πολλαπλές γλώσσες και πολιτισμούς και  συνήθως έχουν χαμηλό κύρος σε σύγκριση με τις άλλες γλώσσες.


Πολλές  πίτζιν τελικά γίνονται κρεόλες. Κάποιες όμως δεν φτάνουν ποτέ σ' αυτό το στάδιο και εξαφανίζονται.

Παράδειγμα πίτζιν είναι η βασκο-ισλανδική πίτζιν που αναπτύχθηκε  εξαιτίας των επαφών που είχαν Βάσκοι έμποροι με την Ισλανδία και μιλιούνταν εκεί το 17ο αιώνα. Το λεξιλόγιο βασιζόνταν κυρίως στη βασκική γλώσσα αλλά και σε μία πίτζιν του Ατλαντικού με λατινικές και αγγλικές επιρροές ,ενώ η γραμματική στα ισλανδικά

Ετυμολογία 
Η λέξη πίτζιν είναι άγνωστης ετυμολογίας αλλά πιθανολογούνται δύο υποθέσεις:
  • η κινέζικη προφορά της αγγλικής λέξης business
  • η αγγλική λέξη pigeon,περιστέρι.Τα περιστέρια χρησιμοποιούνταν για την αποστολή σύντομων μηνυμάτων.
Ορολογία
H λέξη πίτζιν (στα αγγλικά pidgin και παλαιότερα pigion) χρησιμοποιούνταν αρχικά για την αγγλοκινέζικη πίτζιν και αργότερα γενικεύτηκε για όλες τις πίτζιν. Η λέξη πίτζιν μπορεί να χρησιμοποιείται σαν συγκεκριμένο όνομα για μια τοπική πίτζιν ή κρεόλες σε μέρη όπου αυτές μιλιούνται. Για παράδειγμα το όνομα 'Τοκ Πισίν' της γλώσσας πίτζιν, προέρχεται  από το αγγλικό talk pidgin. Οι ομιλητές του απλά το ονομάζουν πίτζιν όταν μιλούν αγγλικά.

Πηγή: glossesweb.com

Γλωσσικές προκαταλήψεις και "παρ...εξηγήσεις''

By : Unknown
Κατά καιρούς έχουμε ακούσει διάφορα αναφορικά με τη γλώσσα μας, τα οποία πιστεύουμε και αναπαράγουμε άκριτα. Ποιος από εμάς δεν έχει θεωρήσει την ελληνική γλώσσα ανώτερη από όλες τις άλλες και λέξεις, όπως geology ή biology, ελληνικό δημιούργημα, ενώ στην ουσία δεν είναι; Αυτές είναι μερικές από τις προκαταλήψεις σχετικά με τη γλώσσα, οι οποίες αξίζουν μία αποσαφήνιση.
  1. Ο γραπτός λόγος είναι ανώτερος από τον προφορικό. Δεν ισχύει. Μπορούμε να πούμε ότι ο γραπτός λόγος είναι πιο προσεγμένος ή ότι συμβάλλει στη διατήρηση του πνευματικού πολιτισμού ενός έθνους υποστηρίζοντας το ρητό ότι ''τα γραπτά μένουν''. Ωστόσο, ο προφορικός λόγος είναι εξίσου σημαντικός δεδομένου ότι διευκολύνει την επικοινωνία των ομιλητών. Άλλωστε, όταν αναφερόμαστε στη γλώσσα θα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι, σύμφωνα με τους γλωσσολόγους, εννοούμε τον προφορικό λόγο και όχι τη γραφή.
  2. Κάποιες γλώσσες είναι ανώτερες από κάποιες άλλες. Δεν μπορούμε να πούμε ότι υπάρχουν γλώσσες ανώτερες ή κατώτερες. Οι γλώσσες είναι ισότιμες εφόσον εξυπηρετούν τις ανάγκες έκφρασης των ομιλητών τους. Το γεγονός ότι κάποιες γλώσσες έχουν πιο πλούσιο λεξιλόγιο από άλλες οφείλεται στον αναπτυγμένο πολιτισμό ενός λαού, ο οποίος καθιστά αναγκαία την ύπαρξη ανάλογου λεξιλογίου.
  3. Η εισροή ξένων λέξεων έχει ως αποτέλεσμα τον αφανισμό μίας γλώσσας. Όχι, μία γλώσσα χάνεται και θεωρείται πλέον νεκρή όταν δεν υπάρχουν οι ομιλητές της, δηλαδή όταν χαθεί ένας λαός τότε θα έχει χαθεί και η γλώσσα του. Από τη στιγμή που μία γλώσσα είναι ζωντανή αλλάζει αναπόφευκτα. Δεν υπάρχει επιστημονική απόδειξη ότι μία αλλαγή είναι καλύτερη ή χειρότερη, είναι απλώς μία αλλαγή. Τα δάνεια της ελληνικής από την αγγλική εξηγούνται βάσει της πολιτικής και οικονομικής κυριαρχίας των αγγλόφωνων πολιτισμών και σε καμία περίπτωση δεν φθείρουν ή αφανίζουν τη γλώσσα μας.
  4. Οι νέοι είναι γλωσσικά πένητες. Βασικό επιχείρημα όσων υποστηρίζουν την άποψη αυτή είναι η χρήση των greeklish. Τα greeklish είναι ένας συγκεκριμένος τρόπος γραφής, ο οποίος περιορίζεται σε συγκεκριμένες περιστάσεις. Δεν είμαστε σε θέση να πούμε ότι οι νέοι είναι γλωσσικά ελλιπείς δεδομένου ότι το ''γλωσσικά'' σχετίζεται με τον προφορικό λόγο. Γι' αυτό, μη μπορώντας να συγκρίνουμε προφορικό και γραπτό λόγο, κάθε απάντηση σχετικά με το ερώτημα αυτό θεωρείται επισφαλής. Γενικότερα, η ''γλώσσα των νέων'' δεν είναι κάτι κατώτερο και κατακριτέο, είναι απλώς μία γλωσσική ποικιλία, η οποία χρησιμοποιείται κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες.
  5. Οι λέξεις geology, cardiology, hydrometer και άλλες παρόμοιες είναι ελληνικές. Ούτε αυτό ισχύει. Οι λέξεις αυτές καθώς και άλλες παρόμοιες, οι οποίες σχετίζονται με κλάδους της επιστήμης δεν θεωρούνται ελληνικές διότι δεν είναι προϊόν ελληνικής σκέψης. Με άλλα λόγια, δεν τις επινόησαν Έλληνες, απλώς οι δημιουργοί τους δανείστηκαν ελληνικές λέξεις ως συνθετικά τους. Ο λόγος για τον οποίο τα συνθετικά είναι ελληνικής καταγωγής είναι ότι προσδίδουν αφενός κύρος, λόγω της θέσης που κατέχει η ελληνική παγκοσμίως ως φορέας πολιτισμού και αφετέρου έναν πιο λόγιο τόνο, ο οποίος δεν υπάρχει στο καθημερινό λεξιλόγιο των δημιουργών τους.
Για περισσότερα σχετικά με τους μύθους της γλώσσας βλ. Δέκα μύθοι για την ελληνική γλώσσα, Χάρης Ι. (επιμ.), Αθήνα 2001

Πηγή: polispost.com

Τι είναι η γλωσσική κατάκτηση;

By : Unknown
Με τον όρο γλωσσική κατάκτηση εννοούμε την πορεία του ατόμου προς την κατάκτηση της ικανότητας να κατανοεί την γλώσσα του, να αρθρώνει λόγο και να επικοινωνεί με αυτή χρησιμοποιώντας λέξεις, φράσεις και προτάσεις. Η γλωσσική κατάκτηση ξεκινά από τις πρώτες στιγμές του παιδιού στον κόσμο και έχει ολοκληρωθεί ήδη στα πρώτα του χρόνια . Με άλλα λόγια το παιδί ήδη από τα 6 του έχει κατακτήσει όλες τις βασικές πτυχές της γλώσσας του όπως τον φωνολογικό τομέα, τον μορφοσυντακτικό και πολύ μεγάλο μέρος του λεξιλογίου ενώ μέχρι τα 13 του χρόνια έχει κατακτήσει και την πραγματολογία. 

Αυτισμός και γλωσσική ανάπτυξη

By : Unknown
H γλωσσική ανάπτυξη των αυτιστικών παιδιών παρουσιάζει σημαντική καθυστέρηση και πολλές ιδιαιτερότητες. Περίπου το 50% των αυτιστικών παιδιών δεν αναπτύσσει σχεδόν καθόλου λόγο. Έρευνες διαπίστωσαν ότι τα παιδιά που είχαν αναπτύξει, σε κάποιο βαθμό, δεξιότητες προ-λεκτικής επικοινωνίας, όπως αυτές της συνδυαστικής προσοχής, της μίμησης και της χρήσης των χειρονομιών, είχαν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν λόγο. 
   Σε ορισμένες περιπτώσεις, η περιορισμένη ανάπτυξη του λόγου μπορεί να οφείλεται σε δυσκολίες των αυτιστικών παιδιών να εκτελέσουν ορισμένες από τις κινήσεις που είναι απαραίτητες για την παραγωγή του λόγου. 
   Το κύριο χαρακτηριστικό της γλωσσικής ανάπτυξης των αυτιστικών παιδιών δεν είναι η περιορισμένη ανάπτυξη του λόγου αλλά η μη λειτουργική του χρήση. Άλλωστε, ο λόγος είναι το κατεξοχήν επικοινωνιακό μέσο του ανθρώπινου είδους και, όπως είδαμε, ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του αυτισμού είναι η τάση αποφυγής της επικοινωνίας και της κοινωνικής επαφής. 
   Πάντως, ακόμα και στις περιπτώσεις όπου αναπτύσσεται λόγος, αυτός παρουσιάζει πολλές ιδιομορφίες και σπάνια χρησιμοποιείται αυθόρμητα, με σκοπό την επικοινωνία. 
Μια από τις ιδιομορφίες αυτές είναι η άμεση ή καθυστερημένη ηχολαλία, η οποία εμφανίζεται περίπου στο 85% των αυτιστικών παιδιών που αναπτύσσουν λόγο και αναφέρεται στην επανάληψη λέξεων ή φράσεων που ειπώθηκαν από άλλους. 
   Άλλες ιδιομορφίες του λόγου των αυτιστικών παιδιών είναι η αντιστροφή της προσωπικής αντωνυμίας (χρησιμοποιούν την αντωνυμία «εσύ» αντί «εγώ» όταν αναφέρονται στον εαυτό τους και γενικά δεν αλλάζουν τις αντωνυμίες για να ταιριάζουν με την κατάσταση), καθώς και η περίεργη προσωδία στη χρήση της φωνής τους
(δυνατή ένταση, κακός ρυθμός). Ωστόσο, έχει υποστηριχτεί ότι η ηχολαλία δεν στερείται εντελώς νοήματος αλλά ενδέχεται να εξυπηρετεί διάφορες σκοπιμότητες για τα αυτιστικά παιδιά και να αποτελεί μια προσπάθεια επικοινωνίας, η οποία όμως εκφράζεται με πολύ πρωτόγονο τρόπο. Πρέπει να σημειωθεί ωστόσο, ότι τα παραπάνω δεν αποτελούν απόλυτα κριτήρια για να χαρακτηριστεί ένα παιδί αυτιστικό. Συχνά, τα παραπάνω παρουσιάζονται επίσης, σε παιδιά με σοβαρή καθυστέρηση στο λόγο που παράλληλα έχει αντιμετωπιστεί ελλιπώς από το οικογενειακό περιβάλλον και κάποιες φορές σε δυσλειτουργικές συνθήκες, οικογενειακές και κοινωνικές. Προσεκτική διαφορετική διάγνωση με καλή λήψη παλαιού και σύγχρονου ιστορικού είναι απαραίτητη. 
   Τα αυτιστικά παιδιά σπάνια χρησιμοποιούν το λεξιλόγιο το οποίο έχουν μάθει για να ανταλλάξουν πληροφορίες με άλλους ή να ζητήσουν πληροφορίες. 
   Ακόμα και αν διαθέτουν πλούσιο λεξιλόγιο, και χρησιμοποιούν σωστά τους γραμματικούς κανόνες, δεν αξιοποιούν αυτές τις γνώσεις στην καθημερινή ζωή για να ξεκινήσουν μια συζήτηση ή να αναπτύξουν ένα θέμα. Έχει υποστηριχθεί ότι το κοινό στοιχείο όλων των ελλειμμάτων στην επικοινωνία που παρουσιάζουν τα αυτιστικά παιδιά είναι μια γενική αδυναμία να κατανοήσουν ότι ό λόγος είναι ένα μέσο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να πληροφορήσει και να επηρεάσει τους ανθρώπους. 
   Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών, το 76 - 89% των αυτιστικών παιδιών παρουσιάζει νοητική υστέρηση, έχει δηλαδή Δείκτη Νοημοσύνης κατώτερο του 70. Φαίνεται μάλιστα ότι ο Δείκτης Νοημοσύνης των παιδιών αυτών σταθεροποιείται γύρω στην ηλικία των 5 ετών και αποτελεί ισχυρό προγνωστικό παράγοντα για τις μετέπειτα ακαδημαϊκές και επαγγελματικές τους επιδόσεις. 
   Συνήθως, μόνο τα αυτιστικά άτομα με φυσιολογική νοημοσύνη επιτυγχάνουν αυτονομία στην ενήλικη ζωή. Άλλωστε, τα ελλείμματα στην κοινωνική και τη γλωσσική ανάπτυξη φαίνεται να είναι σοβαρότερα στις περιπτώσεις των αυτιστικών παιδιών με χαμηλή νοημοσύνη. 
   Σε αντίθεση με τα παιδιά με νοητική υστέρηση, τα οποία παρουσιάζουν ελλείμματα σε όλους τους τομείς της νοητικής τους ανάπτυξης, οι επιδόσεις των αυτιστικών παιδιών στις νοομετρικές δοκιμασίες διαφοροποιούνται ανάλογα με τα υποτεστ. 
   Στην κλίμακα WISC, τα αυτιστικά παιδιά παρουσιάζουν συνήθως υψηλότερες επιδόσεις στην πρακτική κλίμακα, και ιδιαίτερα στο υποτέστ των Κύβων, και χαμηλότερες επιδόσεις στη λεκτική κλίμακα, και ιδιαίτερα στο υποτέστ της Κατανόησης. 
   Το ενδιαφέρον τον ειδικών έχουν προσελκύσει κατά καιρούς διάφορα εξαιρετικά ταλέντα, που παρουσιάζουν ορισμένα αυτιστικά παιδιά, σε τομείς όπως τα μαθηματικά, η μουσική ή η ζωγραφική. Τα παιδιά αυτά επιδεικνύουν λοιπόν, ενιότε, ικανότητες οι οποίες απέχουν κατά πολύ από αντίστοιχες ικανότητες «φυσιολογικών» παιδιών ίδια ηλικίας. Μια ερμηνεία που έχει δοθεί για την ανάπτυξη αυτών των ικανοτήτων είναι ότι τα αυτιστικά παιδιά έχουν την τάση να προσλαμβάνουν τμηματικά τις πληροφορίες και να μην τις αντιλαμβάνονται ως όλο, γεγονός που διευκολύνει τις επιδόσεις τους σε ορισμένους από τους τομείς που προαναφέραμε. 
   Σε κάθε περίπτωση πάντως, όσο εντυπωσιακές κι αν είναι αυτές οι ικανότητες, δεν βοηθούν τα παιδιά αυτά στην καθημερινή τους ζωή ούτε βελτιώνουν ιδιαίτερα την προσαρμογή τους στο περιβάλλον και την επικοινωνία τους με τους άλλους. 
   Οι γνωστικές λειτουργίες των αυτιστικών παιδιών έχουν μελετηθεί από πολλούς ερευνητές σε μια προσπάθεια να διερευνηθεί κατά πόσον υπάρχουν γνωστικά ελλείμματα που θα μπορούσαν να εξηγήσουν ορισμένα από τα ελλείμματα στην κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη τους. Η πιο διαδεδομένη άποψη είναι αυτή που υποστηρίζει ότι τα αυτιστικά παιδιά έχουν σοβαρό έλλειμμα στις δεξιότητες που περιγράφονται στη «θεωρία του νου» . 
   Η «θεωρία του νου» υποστηρίζει πως τα αυτιστικά παιδιά δεν είναι ικανά να αντιληφθούν ότι οι άλλοι άνθρωποι έχουν επιθυμίες, ιδέες και προθέσεις οι οποίες είναι διαφορετικές από τις δικές τους. Τα αυτιστικά παιδιά έχουν εξαιρετική δυσκολία να μπουν στη θέση του άλλου και να κατανοήσουν πώς σκέφτεται και πώς νοιώθει, δηλαδή να κατανοήσουν στοιχεία της πνευματικής του ζωής που δεν φαίνονται αλλά για τα οποία υπάρχουν μόνο ενδείξεις. 
   Αυτή η ικανότητα κατανόησης της νοητικής κατάστασης του άλλου εμφανίζεται συνήθως στα παιδιά στην ηλικία των 3-4 ετών και είναι ουσιαστικής σημασίας για την αποτελεσματική επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων.
Άλλωστε, στην καθημερινή μας ζωή, όλοι προσπαθούμε να «διαβάσουμε» τις σκέψεις και τις προθέσεις των άλλων, δηλαδή να κατανοήσουμε πώς νοιώθουν, τί σκέφτονται, τί σκοπεύουν να κάνουν, για ποιο λόγο συμπεριφέρονται με τον τρόπο που συμπεριφέρονται. Όλα αυτά όμως φαίνεται να είναι απρόβλεπτα και ακατανόητα για ένα άτομο με αυτισμό, με αποτέλεσμα, ακόμα και οι πιο απλές κοινωνικές καταστάσεις να τού φαίνονται μυστηριώδεις και τρομακτικές. 
   Έτσι, μια συναφής δυσκολία των αυτιστικών παιδιών είναι να κατανοήσουν τί ξέρει ο άλλος, έτσι ώστε να προσαρμόσουν τη δική τους συμπεριφορά ανάλογα. 
   Ως εκ τουτου, η δική τους συμπεριφορά κρίνεται συχνά ανάρμοστη, «εκτός τόπου και χρόνου», αποτέλεσμα του «κλεισίματος» του αυτιστικού παιδιού στις δικές του ανάγκες , σκέψεις, επιθυμίες, συναίσθημα, που αδυνατεί να περάσει στον «συνομιλητη» του και να λάβει τα αντίστοιχα από αυτόν. 

Επιλογές από το βιβλίο «ΨΥΧΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ΠΑΙΔΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΗΒΩΝ»

Πηγή: iatrikossymvoulos.gr

- Copyright © Genuistics - Date A Live - Powered by Blogger - Designed by Johanes Djogan -